Подступаться στα ελληνικά
Μετάφραση: подступаться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προσεγγίζω, μέθοδος, πλησιάζω, προσέγγιση, podstupatsya
Μεταφράσεις
- адиантум στα ελληνικά - πολύτριχο, maidenhair, Πολυτρίχι
- брехать στα ελληνικά - φλοιός, Brehat
- всклокоченный στα ελληνικά - άτακτος, εκτραπείς της οδού
- выравнивать στα ελληνικά - ισοπεδώνω, σωστός, ακόμα, ίσος, λείος, δικαίωμα, δεξιός, ...
Τυχαίες λέξεις
Подступаться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προσεγγίζω, μέθοδος, πλησιάζω, προσέγγιση, podstupatsya
Μεταφράσεις: προσεγγίζω, μέθοδος, πλησιάζω, προσέγγιση, podstupatsya