Пожалеть στα ελληνικά
Μετάφραση: пожалеть, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κρίμα, νιώθω, υφή, οίκτος, αισθάνομαι, λυπήσου, να λυπηθεί, Σπλαχνίσου, λυπηθεί, Σπλαχνίσου τους
Μεταφράσεις
- временами στα ελληνικά - πότε-, περιοδικά, κατά καιρούς, μερικές φορές, κατά περιόδους, φορές, ενίοτε
- гримасничать στα ελληνικά - κατασκευάζω, εξαναγκάζω, φτιάχνω, μορφάζω, μούρη, κάνω, κούπα, ...
- дохристианский στα ελληνικά - προχριστιανική, προχριστιανικό, προχριστιανικά, προχριστιανικής, προχριστιανικών
- жидковатый στα ελληνικά - υγρός, αδύναμος, βουρκωμένος, νερουλός, ανίσχυρος, υδαρής, υδαρή, ...
Τυχαίες λέξεις
Пожалеть στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κρίμα, νιώθω, υφή, οίκτος, αισθάνομαι, λυπήσου, να λυπηθεί, Σπλαχνίσου, λυπηθεί, Σπλαχνίσου τους
Μεταφράσεις: κρίμα, νιώθω, υφή, οίκτος, αισθάνομαι, λυπήσου, να λυπηθεί, Σπλαχνίσου, λυπηθεί, Σπλαχνίσου τους