Полустанок στα ελληνικά
Μετάφραση: полустанок, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σφύριγμα, σφυρίχτρα, σταματώ, σφυρίζω, σφύριγμα-stop
Μεταφράσεις
- возбуждать στα ελληνικά - ξεκίνημα, κινώ, αναστηλώνω, αναδεύω, ξεκινώ, σηκώνω, κινούμαι, ...
- высоко στα ελληνικά - ψηλός, ψηλά, υψηλά, πολύ, ιδιαίτερα, εξαιρετικά, υψηλής
- дюна στα ελληνικά - πούπουλο, κάτω, αμμόλοφος, θινών, αμμοθινών, αμμόλοφων, αμμολόφων
- ежечасно στα ελληνικά - ωριαίος, ωριαία, ωριαίες, ώρα, ωριαίο
Τυχαίες λέξεις
Полустанок στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σφύριγμα, σφυρίχτρα, σταματώ, σφυρίζω, σφύριγμα-stop
Μεταφράσεις: σφύριγμα, σφυρίχτρα, σταματώ, σφυρίζω, σφύριγμα-stop