Помощь στα ελληνικά
Μετάφραση: помощь, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανάγλυφος, θεραπεία, επικουρία, ανακούφιση, διάσωση, συμπαράσταση, υποστήριγμα, βοηθώ, επωφελούμαι, αρωγή, όφελος, εκτόνωση, μεταχείριση, βοηθός, διασώζω, βοήθημα, βοήθεια, βοηθήσει, βοηθήσουν, να βοηθήσει, βοηθούν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- адски στα ελληνικά - απαίσια, hellishly
- брошюра στα ελληνικά - βιβλιαράκι, φυλλάδιο, φυλλαδίου, έντυπο, ενημερωτικό φυλλάδιο, το φυλλάδιο
- бульон στα ελληνικά - απόθεμα, παρακρατώ, ζωμός, ζωμό, ζωμού, το ζωμό, οπό
- еврей στα ελληνικά - εβραίος
Τυχαίες λέξεις
Помощь στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανάγλυφος, θεραπεία, επικουρία, ανακούφιση, διάσωση, συμπαράσταση, υποστήριγμα, βοηθώ, επωφελούμαι, αρωγή, όφελος, εκτόνωση, μεταχείριση, βοηθός, διασώζω, βοήθημα, βοήθεια, βοηθήσει, βοηθήσουν, να βοηθήσει, βοηθούν
Μεταφράσεις: ανάγλυφος, θεραπεία, επικουρία, ανακούφιση, διάσωση, συμπαράσταση, υποστήριγμα, βοηθώ, επωφελούμαι, αρωγή, όφελος, εκτόνωση, μεταχείριση, βοηθός, διασώζω, βοήθημα, βοήθεια, βοηθήσει, βοηθήσουν, να βοηθήσει, βοηθούν