Поползновение στα ελληνικά

Μετάφραση: поползновение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αξίωση, ροπή, πρόθεση, σκοπός, ορμή, σχέδιο, αμυδρός, λιποθυμώ, σχεδιασμός, τάση, φυλάξου, προαίρεση, σκοπεύω, αποβλέπω, σχεδιάζω, βλέψη, αδύναμη, ασθενική, αδύναμο, αδύναμες, αδύναμους
Поползновение στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • администрирование στα ελληνικά - κυβέρνηση, διοίκηση, διοικητικός, χορήγηση, διαχείριση, χορήγησης, διοίκησης
  • анкилоз στα ελληνικά - αγγύλωση, αγκύλωση, αγκύλωσης, την αγκύλωση, αγκύλωση σε
  • безобразить στα ελληνικά - προσβολή, αίσχος, οργή, κατακραυγή, την οργή
  • безучастие στα ελληνικά - αδιαφορία, παραγνωρίζω, άγνοια, απάθεια, αδιαφορίας, την αδιαφορία, η αδιαφορία, ...
Τυχαίες λέξεις
Поползновение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αξίωση, ροπή, πρόθεση, σκοπός, ορμή, σχέδιο, αμυδρός, λιποθυμώ, σχεδιασμός, τάση, φυλάξου, προαίρεση, σκοπεύω, αποβλέπω, σχεδιάζω, βλέψη, αδύναμη, ασθενική, αδύναμο, αδύναμες, αδύναμους