Потому στα ελληνικά

Μετάφραση: потому, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκείνος, πριν, που, άραγε, ως εκ τούτου, επομένως
Потому στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • действие στα ελληνικά - διενέργεια, αναπληρωματικός, κίνηση, επενεργώ, προτέρημα, ισχύς, λειτουργία, ...
  • дожарить στα ελληνικά - μαρίδα, καβουρδίζω, τηγανίζω, ψήνω, καβουρντίζω, dozharit
  • дошивать στα ελληνικά - τελειώνω, τερματισμός, περατώνω, τέλος, doshivat
  • драконовский στα ελληνικά - δρακόντειος, δρακόντεια, Draconian, Δρακόντειες, δρακόντιες
Τυχαίες λέξεις
Потому στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκείνος, πριν, που, άραγε, ως εκ τούτου, επομένως