Превращать στα ελληνικά
Μετάφραση: превращать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ελαττώνω, μετατρέπω, μετουσιώνω, παραλλάζω, μετατροπή, μειώνω, μεταβάλλω, περιορίζω, αλλάζω, τροποποιώ, παραλλαγή, σειρά, στροφή, τη σειρά, σειρά του, τη σειρά του
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вездесущность στα ελληνικά - πανταχού, πανταχού παρουσία, πανταχού παρούσα, συνθλιπτική παρουσία, η πανταχού παρουσία
- вендетта στα ελληνικά - βεντέττα, βεντέτα, βεντέτας, vendetta, η βεντέτα
- графиня στα ελληνικά - κόμισσα, κοντέσα, Countess, κόμισσας, κοντέσας
- длань στα ελληνικά - φοίνικας, χέρι, χεριών, χειρός, Hand, το χέρι
Τυχαίες λέξεις
Превращать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ελαττώνω, μετατρέπω, μετουσιώνω, παραλλάζω, μετατροπή, μειώνω, μεταβάλλω, περιορίζω, αλλάζω, τροποποιώ, παραλλαγή, σειρά, στροφή, τη σειρά, σειρά του, τη σειρά του
Μεταφράσεις: ελαττώνω, μετατρέπω, μετουσιώνω, παραλλάζω, μετατροπή, μειώνω, μεταβάλλω, περιορίζω, αλλάζω, τροποποιώ, παραλλαγή, σειρά, στροφή, τη σειρά, σειρά του, τη σειρά του