Λέξη: ποδήλατο

Σχετικές λέξεις: ποδήλατο

ποδήλατο εξάρχεια, ποδήλατο θερμίδες, ποδήλατο σπαστό, ποδήλατο και υγεία, ποδήλατο πόλης, ποδήλατο trekking, ποδήλατο ισορροπίας, ποδήλατο παιδικό, ποδήλατο θεσσαλονίκη, ποδήλατο αγορά, το ποδήλατο, ηλεκτρικό ποδήλατο, ποδήλατα, ποδήλατο ideal

Συνώνυμα: ποδήλατο

κύκλος, μοτοσυκλέτα, περίοδος

Μεταφράσεις: ποδήλατο

ποδήλατο στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
bicycle, bike, cycle, cycling, the bike

ποδήλατο στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
bicicleta, motocicleta, moto, bici, en bicicleta, la bici

ποδήλατο στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
fahrrad, rad, motorrad, zweirad, drahtesel, Fahrrad, Rad, Bike, dem Fahrrad

ποδήλατο στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
vélo, bicyclette, motocyclette, bécane, moto, vélos, bike

ποδήλατο στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
bici, motocicletta, bicicletta, moto, velocipede, biciclette, in bicicletta

ποδήλατο στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
bicicleta, bicicletas, motocicleta, moto, de bicicleta, bicicleta de

ποδήλατο στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
tweewieler, motor, rijwiel, fiets, motorfiets, fietsen, de fiets, bike

ποδήλατο στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
самокат, велосипед, велосипедов, мотоцикл, велосипеда, велосипеде

ποδήλατο στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
sykkel, motorsykkel, bike, sykkelen, sykle

ποδήλατο στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
cykel, motorcykel, cykeln, bike, cykla

ποδήλατο στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
pyörä, fillari, polkupyörä, moottoripyörä, pyörän, polkupyörällä, bike, pyöräkaupasta

ποδήλατο στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
cykel, motorcykel, cyklen, bike, cykler

ποδήλατο στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
kolo, motocykl, půjčovna, kole, jízdních, bike

ποδήλατο στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
rower, motocykl, rowerów, rowery, bike, rowerze

ποδήλατο στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
bicaj, bicikli, kerékpár, számára, kerékpáros, bike

ποδήλατο στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
bisiklet, motosiklet, Bike, bisikleti, kiralama, bisiklete

ποδήλατο στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
велосипед

ποδήλατο στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
biçikletë, me biçikletë, bike, biçikletë e, biçikletë të

ποδήλατο στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
велосипед, мотоциклети, под наем, велосипеди, мотор

ποδήλατο στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ровар, веласіпед

ποδήλατο στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
jalgratas, ratas, mootorratas, bike, jalgratta, jalgrattaga, ratta

ποδήλατο στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
dvokolica, bicikl, biciklom, bicikla, Bike, bicikala

ποδήλατο στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hjól, reiðhjól, hjólið, Bike, hjólinu

ποδήλατο στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
motociklas, dviratis, Bike, nuoma, dviračių, dviračiu

ποδήλατο στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
velosipēds, velosipēdu, bike, motocikls, ar velosipēdu

ποδήλατο στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
велосипедот, Велосипеди, велосипед, мотор, велосипедски

ποδήλατο στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
bicicletă, motocicletă, biciclete, bicicleta, motocicleta, bike

ποδήλατο στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
kolo, bike, koles, kolesarske, kolesa

ποδήλατο στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
bicykel, kolo, koleso, kôl, tipovanie

Στατιστικά δημοτικότητας: ποδήλατο

Τυχαίες λέξεις