Предвосхитить στα ελληνικά
Μετάφραση: предвосхитить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προλαμβάνω, φαντάζομαι, προνοώ, παρέχω, προκαταλαμβάνω, προχρονολογούμαι, προβλέπω, καθορίζω, πρόβλεψη, προβλέπουν, προβλέψουν, την πρόβλεψη, προβλέψει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- армянский στα ελληνικά - αρμενικός, Αρμενίων, των Αρμενίων, αρμενική, αρμενικής
- банкнот στα ελληνικά - λεπτός, φτωχός, νομοσχέδιο, λογαριασμό, λογαριασμού, νομοσχεδίου, λογαριασμός
- вывезти στα ελληνικά - παίρνω, αποκτώ, εξαγωγή, εξάγω, μετακομίζω, αφαίρεση, αφαιρέστε, ...
- зависть στα ελληνικά - μνησικακία, ζήλια, ζηλεύω, φθονώ, φθόνος, άχτι, αντικείμενο ζήλιας, ...
Τυχαίες λέξεις
Предвосхитить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προλαμβάνω, φαντάζομαι, προνοώ, παρέχω, προκαταλαμβάνω, προχρονολογούμαι, προβλέπω, καθορίζω, πρόβλεψη, προβλέπουν, προβλέψουν, την πρόβλεψη, προβλέψει
Μεταφράσεις: προλαμβάνω, φαντάζομαι, προνοώ, παρέχω, προκαταλαμβάνω, προχρονολογούμαι, προβλέπω, καθορίζω, πρόβλεψη, προβλέπουν, προβλέψουν, την πρόβλεψη, προβλέψει