Предугадывать στα ελληνικά
Μετάφραση: предугадывать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εικασία, μαντεύω, θείος, θεϊκός, θεία, θεϊκή, θείας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аппретирование στα ελληνικά - δέσιμο, σάλτσα, ντύσιμο, επιδέσμου, dressing, επίδεσμος
- бездна στα ελληνικά - άβυσσος, κόλπος, χάσμα, γκρεμός, άβυσσο, αβύσσου, γκρεμού, ...
- византиец στα ελληνικά - βυζαντινός, Βυζαντινή, Βυζαντινής, Βυζαντινό, βυζαντινές
- возрождение στα ελληνικά - αναγέννηση, αναβίωση, επιστροφή, αναζωογόνηση, γέννα, γέννηση, ανανέωση, ...
Τυχαίες λέξεις
Предугадывать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εικασία, μαντεύω, θείος, θεϊκός, θεία, θεϊκή, θείας
Μεταφράσεις: εικασία, μαντεύω, θείος, θεϊκός, θεία, θεϊκή, θείας