Λέξη: φλεγματικός

Σχετικές λέξεις: φλεγματικός

φλεγματικός συνώνυμα, φλεγματικός ορισμός, φλεγματικός συνώνυμο, φλεγματικός τύπος, φλεγματικός χαρακτήρας

Μεταφράσεις: φλεγματικός

φλεγματικός στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
phlegmatic, phlegmatical

φλεγματικός στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
flemático, flemática, flemáticos, phlegmatic, flema

φλεγματικός στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
phlegmatisch, phlegmatischen, phlegmatische, Phlegmatiker

φλεγματικός στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
muqueux, flegmatique, flegmatiques, flegme, phlegmatique, phlegmatic

φλεγματικός στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
flemmatico, flemmatica, phlegmatic, flemmatici, flemma

φλεγματικός στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
fleumático, phlegmatic, fleumática, flegmático, calmo

φλεγματικός στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
flegmatisch, flegmatiek, flegmatieke, flegmatische, flegma

φλεγματικός στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
вялый, флегматичный, флегматик, флегматичным, флегматика, флегматики

φλεγματικός στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
flegmatisk, phlegmatic, flegmatiske, flegmatisk i, flegmatisk i forhold til

φλεγματικός στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
phlegmatic, flegmatiska, flegmatisk, flegmatiskt

φλεγματικός στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
flegmaattinen, flegmaattisia, maltillisia, ryhtyä toimeen, hidasluonteinen

φλεγματικός στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
flegmatisk, flegmatiske, phlegmatic

φλεγματικός στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
lhostejný, sliznatý, flegmatický, netečný, flegmatik, flegmatické

φλεγματικός στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
śluzowy, flegmatyczny, powolny, flegmatyk, flegmatykiem, flegmatyka, phlegmatic

φλεγματικός στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
közönyös, egykedvű, flegmatikus, flegma, a flegmatikus

φλεγματικός στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ağırkanlı, soğukkanlı, phlegmatic, balgam, duygusuz

φλεγματικός στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
флегматичний, флегматичну

φλεγματικός στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
flegmatik, plogët, i plogët, indiferentë, gjakftohtë

φλεγματικός στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
флегматичен, флегматична, флегматично, флегматичният, муден

φλεγματικός στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
флегматычны

φλεγματικός στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
pikaldane, flegmaatiline, flegmaatik, flegmaatilisest, Aeglane nature, flegmaatikuks

φλεγματικός στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
flegmatičan, ravnodušni, ravnodušan, flegmatično

φλεγματικός στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
phlegmatic

φλεγματικός στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
šaltakraujiškas, flegmatiškas, phlegmatic, Śluzowy, Flegmatisks

φλεγματικός στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
flegmatisks

φλεγματικός στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
флегматичен

φλεγματικός στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
flegmatic, flegmaticul, flegmatici, flegmatică, de flegmatici

φλεγματικός στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
Flegmatičan

φλεγματικός στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
flegmatický
Τυχαίες λέξεις