Признать στα ελληνικά
Μετάφραση: признать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραδέχομαι, αποδέχομαι, δέχομαι, αναγνωρίζω, αναγνωρίζουν, αναγνωρίσει, αναγνωρίζει, αναγνωρίσουν
Μεταφράσεις
- акация στα ελληνικά - ακακία, ακακίας, ακάκια, η ακακία, αραβικό κόμμι
- беженка στα ελληνικά - πρόσφυγας, πρόσφυγα, προσφύγων, του πρόσφυγα, των προσφύγων
- ввозимый στα ελληνικά - εισάγονται, να εισάγονται, δυνατόν να εισάγονται, είναι δυνατόν να εισάγονται, εισαχθεί ως
- деликт στα ελληνικά - αδίκημα, ζημιά, αδικοπραξία, αδικοπραξίας, αδικοπραξιών
Τυχαίες λέξεις
Признать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραδέχομαι, αποδέχομαι, δέχομαι, αναγνωρίζω, αναγνωρίζουν, αναγνωρίσει, αναγνωρίζει, αναγνωρίσουν
Μεταφράσεις: παραδέχομαι, αποδέχομαι, δέχομαι, αναγνωρίζω, αναγνωρίζουν, αναγνωρίσει, αναγνωρίζει, αναγνωρίσουν