Прикрашивать στα ελληνικά

Μετάφραση: прикрашивать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καλλωπίζω, κεντώ, λουσάρω, εξωραΐσει, στολίζουν, κοσμούν, ομορφαίνουν, ομορφύνω
Прикрашивать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • активизировать στα ελληνικά - προάγω, προωθώ, διεγείρω, ενεργοποιώ, ενεργοποιήσετε, ενεργοποιούν, ενεργοποιήσει, ...
  • выбиваться στα ελληνικά - σπάζω, διάλλειμα, αντεπίθεση, διάλειμμα, βγούμε, να βγούμε, βγούμε από, ...
  • гармонь στα ελληνικά - Garmon
  • докапываться στα ελληνικά - σκάβω, νύξη, σαρκασμός, κέντρισμα, ανασκαφή, σκάβουν, dig, ...
Τυχαίες λέξεις
Прикрашивать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καλλωπίζω, κεντώ, λουσάρω, εξωραΐσει, στολίζουν, κοσμούν, ομορφαίνουν, ομορφύνω