Припевать στα ελληνικά

Μετάφραση: припевать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βουίζω, τραγουδώ, τραγουδούν, τραγουδήσει, τραγουδήσουν, τραγουδήσω
Припевать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • безбрачный στα ελληνικά - άγαμος, άγαμοι, αγαμία, άγαμους, άγαμες
  • бурлеск στα ελληνικά - παρωδία, μπουρλέσκ, μπουρλέσκο, burlesque, γελοιοποιώ
  • вираж-фиксаж στα ελληνικά - turn-, στροφή
  • двоежёнец στα ελληνικά - διγαμία, dvoezhёnets
Τυχαίες λέξεις
Припевать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βουίζω, τραγουδώ, τραγουδούν, τραγουδήσει, τραγουδήσουν, τραγουδήσω