Проверять στα ελληνικά

Μετάφραση: проверять, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανασκοπώ, καρέ, σταματώ, αναχαιτίζω, ανασκόπηση, κριτική, δελεάζω, κτηνίατρος, ελέγχω, επιθεωρώ, επαληθεύω, αναθεωρώ, εξετάζω, εποπτεύω, λιχνίζω, διαμετρώ, τσεκάρω, check up, ελέγξει επάνω, ελέγχουν το, έλεγχο επάνω
Проверять στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бабочка-белянка στα ελληνικά - πεταλούδα, πεταλούδας, πεταλούδων, πεταλούδες
  • ваятель στα ελληνικά - γλύπτης, λαξευτής, γλύπτη, γλύπτρια, του γλύπτη, γλύπτριας
  • гнет στα ελληνικά - πιέζω, καταπίεση, θρυαλλίδα, πίεση, καταδυνάστευση, φιτίλι, πρεσάρω, ...
  • гусёнок στα ελληνικά - gusёnok
Τυχαίες λέξεις
Проверять στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανασκοπώ, καρέ, σταματώ, αναχαιτίζω, ανασκόπηση, κριτική, δελεάζω, κτηνίατρος, ελέγχω, επιθεωρώ, επαληθεύω, αναθεωρώ, εξετάζω, εποπτεύω, λιχνίζω, διαμετρώ, τσεκάρω, check up, ελέγξει επάνω, ελέγχουν το, έλεγχο επάνω