Проигрывать στα ελληνικά
Μετάφραση: проигрывать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χάνω, ξαναπαίζω, χάνουν, χάσετε, χάσουν, να χάσουν, χάσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аналогический στα ελληνικά - αναλογική, αναλογικό, αναλογικής, αναλογικές, αναλογικών
- беззаветный στα ελληνικά - ανιδιοτελής, ανιδιοτελή, ανιδιοτελούς, ανιδιοτελείς, την ανιδιοτελή
- вырезанный στα ελληνικά - κούρεμα, ψαλιδιστεί, ψαλιδίζεται, κομμένους, κόβονται
- генеалогия στα ελληνικά - οικογένεια, παρατάσσω, γραμμή, ρυτίδα, επενδύω, ράτσα, γενεαλογία, ...
Τυχαίες λέξεις
Проигрывать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χάνω, ξαναπαίζω, χάνουν, χάσετε, χάσουν, να χάσουν, χάσει
Μεταφράσεις: χάνω, ξαναπαίζω, χάνουν, χάσετε, χάσουν, να χάσουν, χάσει