Прорицать στα ελληνικά
Μετάφραση: прорицать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προλέγω, προβλέπω, προφητεύω, προφητεύουν, prophesy, προφήτευσε, προφητεύει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- барс στα ελληνικά - πάνθηρας, ουγκιά, λεοπάρδαλη, leopard, λεοπάρδαλης, λεοπάρ
- биометрия στα ελληνικά - βιομετρικά στοιχεία, βιομετρία, βιομετρίας, βιομετρικών στοιχείων, τη χρήση βιομετρικών στοιχείων
- гравюра στα ελληνικά - τυπώνω, εμπριμέ, χαρακτική, χαρακτικής, εγχάραξη, εγχάραξη με, χαρακτικό
- десятикратный στα ελληνικά - δεκαπλάσιος, δέκα φορές, δεκαπλάσια, δεκαπλάσιο, κατά δέκα φορές
Τυχαίες λέξεις
Прорицать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προλέγω, προβλέπω, προφητεύω, προφητεύουν, prophesy, προφήτευσε, προφητεύει
Μεταφράσεις: προλέγω, προβλέπω, προφητεύω, προφητεύουν, prophesy, προφήτευσε, προφητεύει