Просыпать στα ελληνικά

Μετάφραση: просыпать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χύνω, πετρελαιοκηλίδα, spill, Ποσότητα Χυένου Υλικού, Χυένου Υλικού, Ποσότητα Χυμένου Υλικού
Просыпать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • гавканье στα ελληνικά - υφάδι, woof, υφαδίου, κρόκη, γαβ
  • гарантировать στα ελληνικά - ασφαλίζω, χορηγός, εγγύηση, διαβεβαιώνω, διασφαλίζω, βεβαιώνω, αντίκρισμα, ...
  • деепричастный στα ελληνικά - μετοχικός, μετοχικού, μετοχικό, μετοχική, συμμετοχικής
  • жир στα ελληνικά - χοντρός, λίπος, χόνδρος, λίπους, λιπαρά, λιπαρές ουσίες, το λίπος
Τυχαίες λέξεις
Просыпать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χύνω, πετρελαιοκηλίδα, spill, Ποσότητα Χυένου Υλικού, Χυένου Υλικού, Ποσότητα Χυμένου Υλικού