Протискиваться στα ελληνικά
Μετάφραση: протискиваться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπουφές, σφίξιμο, συμπίεση, συμπίεσης, συμπίεση των, συμπιέσεως
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- арчибальд στα ελληνικά - Archibald, Άρτσιμπαλντ, Άρτσιμπολτ, το Archibald
- вдобавок στα ελληνικά - άλλωστε, εξάλλου, εκτός, επιπλέον, εκτός από, πέραν
- вспучить στα ελληνικά - έξω, vspuchilis
- забудьте στα ελληνικά - ξεχνώ, θυμάμαι, Θυμηθείτε, θυμάστε, Να θυμάστε, θυμάσαι
Τυχαίες λέξεις
Протискиваться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπουφές, σφίξιμο, συμπίεση, συμπίεσης, συμπίεση των, συμπιέσεως
Μεταφράσεις: μπουφές, σφίξιμο, συμπίεση, συμπίεσης, συμπίεση των, συμπιέσεως