Прощать στα ελληνικά
Μετάφραση: прощать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λάσκος, απαλλάσσω, χάρη, χαλαρός, συγχωρώ, συγχώρηση, λυτός, αφορμή, δικαιολογία, μπόσικος, συγχωρήσει, συγχωρεί, συγχωρήσω, συγχωρέσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аккомпанировать στα ελληνικά - ακολουθώ, συνοδεύω, συνοδεύει, συνοδεύουν, συνοδεύσει, να συνοδεύει, να συνοδεύουν
- бабенка στα ελληνικά - Jane, Τζέιν, η Jane, τη Jane, της Jane
- гусыня στα ελληνικά - χήνα, χήνας, χήνες, της χήνας, χηνών
- жёрдочка στα ελληνικά - κούρνια, πέρκα, πέρκας, η πέρκα, κούρνιας
Τυχαίες λέξεις
Прощать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λάσκος, απαλλάσσω, χάρη, χαλαρός, συγχωρώ, συγχώρηση, λυτός, αφορμή, δικαιολογία, μπόσικος, συγχωρήσει, συγχωρεί, συγχωρήσω, συγχωρέσει
Μεταφράσεις: λάσκος, απαλλάσσω, χάρη, χαλαρός, συγχωρώ, συγχώρηση, λυτός, αφορμή, δικαιολογία, μπόσικος, συγχωρήσει, συγχωρεί, συγχωρήσω, συγχωρέσει