Λέξη: δρόμος
Σχετικές λέξεις: δρόμος
δρόμος του θανάτου, δρόμος υγείας βόλου, δρόμος ανατροπής, δρόμος του τσαγιού, δρόμος ανατροπής για τη θεσσαλία, δρόμος συνώνυμα, δρόμος φμ, δρόμος της αριστεράς, δρόμος ονειροκριτης, δρόμος 89.8, ο δρόμος, όλα είναι δρόμος
Συνώνυμα: δρόμος
τρέξιμο, τρόπος, διαδρομή, οδός, μέσο, πέρασμα, θερμότητα, ζέστη, θερμότης, καύσωνας, μονοπάτι, ατραπός, λούτσος, ακόντιο, δόρυ, αιχμή, λύκος, φυλή, αγώνας, αγώνας δρόμου, αγών δρόμου, ράτσα, πορεία, τροχιά, γραμμές σιδηροδρόμου, πατημασιά, στίβος, ίχνος, σειρά μαθημάτων, φαγητό, δρόμος για αυτοκίνητα, δρόμος δι' οχήματα
Μεταφράσεις: δρόμος
δρόμος στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
route, street, road, path, way
δρόμος στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
vía, itinerario, recorrido, carretera, camino, ruta, calle, trayecto, por carretera
δρόμος στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
leitung, richtung, straße, weg, strecke, marschroute, landstraße, route, autostraße, reede, Straße, Weg, Straßen, Strasse
δρόμος στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
manière, façon, parcours, voie, espèce, course, trajet, rue, chaussée, carénage, voyage, mode, routier, acheminement, ligne, genre, route, routière, chemin, la route
δρόμος στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
rotta, percorso, strada, itinerario, via, cammino, stradale, su strada, road
δρόμος στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
via, aerodinâmico, estradas, levantar, caminho, rota, estrada, rua, rebite, rodoviário, rodoviária, road
δρόμος στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
route, baan, baanvlak, reisplan, tracé, straat, weg, de weg, road, wegenkaart
δρόμος στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
дорога, трасса, способ, маршрут, рейд, улица, курс, стезя, тракт, шоссе, большак, авиалиния, радиорепортаж, мостовая, путь, дороги, дорожного, дорожно
δρόμος στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
vei, rute, veg, gate, veien, road
δρόμος στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
väg, sträcka, gata, vägen, road, på väg, väg-
δρόμος στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kulkureitti, reitti, rata, ajorata, polku, linja, raitti, tie, ura, väylä, tien, tiellä, tie-, road
δρόμος στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
vej, rute, gade, vejen, road, landevej
δρόμος στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
trasa, způsob, trať, spoj, dráha, silniční, cesta, silnice, ulice, vozovka, silničního, silnici
δρόμος στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
sposób, marszruta, szlak, ulica, podróż, aleja, droga, szosa, dróg, ciąg, trasa, jezdnia, drogowy, drogowego, road
δρόμος στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
útirány, alapvágat, pályatest, utca, menetparancs, vágat, út, közúti, úton, a közúti, road
δρόμος στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sokak, cadde, yol, karayolu, road, yolun, bir yol
δρόμος στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
маршрут, шлях, траса, вулиця, баран, вуличний, дорога
δρόμος στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
rrugë, rruga, rrugor, rrugore, rruge
δρόμος στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
път, улица, пътна, пътната, автомобилния, автомобилен
δρόμος στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
вулiца, краiна, шлях, дарога, дарагая, дорога
δρόμος στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
marsruut, tee, suund, maantee, vali, tänav, suunama, maantee-, maanteel
δρόμος στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
put, trasa, pravac, prometnica, ulica, cesta, trase, uputiti, saobraćajnica, luka, ceste, ceste je, cestovni
δρόμος στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
gata, vegur, braut, vegum, vegurinn, Leiðin, á vegum
δρόμος στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
via, vicus
δρόμος στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kelias, maršrutas, gatvė, kelių, automobiliai, kelio, kelių eismo
δρόμος στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
iela, maršruts, ceļš, ceļu, ceļa, ceļu satiksmes, satiksmes
δρόμος στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
патот, патишта, пат, патен, на патот
δρόμος στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
cale, rutier, rutieră, drum, rutiere, drumuri
δρόμος στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
silniční, pouliční, cesta, ulice, silnice, ulica, pot, road, cestni, cestnega, cestne
δρόμος στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
pouliční, ulice, cesta, ulička, ulica, linka, cesty, cesty je, ceste, diaľnice