Публика στα ελληνικά
Μετάφραση: публика, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρουσία, ακροατήριο, κοινός, δημόσιο, κοινό, δημόσια, δημόσιας, δημόσιες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вельс στα ελληνικά - Wels, Βελς, το Wels, Ψείδ
- втирать στα ελληνικά - τρίβω, τρίψιμο, RUB, τρίψτε, τρίβετε, τρίψτε το
- дивизион στα ελληνικά - συστοιχία, μπαταρία, τάγμα, διαίρεση, τμήμα, κατανομή, διαίρεσης, ...
- завершаться στα ελληνικά - είμαι, διανύω, βρίσκομαι, τέλος, άκρο, τέλη, σκοπό, ...
Τυχαίες λέξεις
Публика στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρουσία, ακροατήριο, κοινός, δημόσιο, κοινό, δημόσια, δημόσιας, δημόσιες
Μεταφράσεις: παρουσία, ακροατήριο, κοινός, δημόσιο, κοινό, δημόσια, δημόσιας, δημόσιες