Путный στα ελληνικά
Μετάφραση: путный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνετός, νουνεχής, λογικός, που αξίζει τον κόπο, αξίζει τον κόπο, αξίζει, αξιόλογη, κόπο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- биллон στα ελληνικά - billon, το billon, από το billon
- валлийка στα ελληνικά - δεν πληρώνω τα οφειλόμενα, Ουαλίας, Welsh, ουαλική, Ουαλικά
- внедрять στα ελληνικά - ενσωματώνω, ενσταλάζω, φτιάχνω, περιζώνω, φυτεύω, όργανο, ρίζα, ...
- выпот στα ελληνικά - διάχυση, εκροή, συλλογή, έκχυση, διάχυσης
Τυχαίες λέξεις
Путный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνετός, νουνεχής, λογικός, που αξίζει τον κόπο, αξίζει τον κόπο, αξίζει, αξιόλογη, κόπο
Μεταφράσεις: συνετός, νουνεχής, λογικός, που αξίζει τον κόπο, αξίζει τον κόπο, αξίζει, αξιόλογη, κόπο