Λέξη: γνήσια

Σχετικές λέξεις: γνήσια

γνήσια ανταλλακτικά ford, γνήσια windows, γνήσια ανταλλακτικά bmw, γνήσια ανταλλακτικά suzuki, γνήσια κλάσματα, γνήσια σύμβαση υπέρ τρίτου, γνήσια κανέλα κευλάνης, γνήσια ιταλική καρμπονάρα, γνήσια ανταλλακτικά yamaha, γνήσια ανταλλακτικά fiat

Μεταφράσεις: γνήσια

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
genuinely, genuine, authentic, original, real
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
genuino, auténtico, genuina, auténtica, verdadera
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
echt, Original-, authentisch, aufrichtig, echte
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
vraiment, authentique, véritable, réelle, réel, une véritable
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
genuino, autentico, genuina, autentica, vero e proprio
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
deveras, verdadeiramente, genuíno, genuína, verdadeira, verdadeiro, real
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
echt, wezenlijk, werkelijk, authentiek, echte, originele, oprechte
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
неподдельно, подлинный, подлинной, подлинным, подлинное, подлинного
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
ekte, genuin, genuine, reell, originale
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
äkta, verklig, verkligt, genuin, genuint
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
todistettavasti, oikeasti, aidosti, aito, aitoa, todellinen, todellista, todellisen
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
ægte, reel, reelt, virkelig, egentlig
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
opravdu, originální, pravý, skutečný, ryzí, opravdový
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
rdzennie, prawdziwie, prawdziwy, autentyczny, oryginalny, szczery, prawdziwe
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hitelesen, valódi, eredeti, igazi, tényleges, valós
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
hakiki, gerçek, orijinal, gerçek bir, özgün
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
щиро, справжній, справжнє, фактичний
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
i vërtetë, vërtetë, e vërtetë, të vërtetë, mirëfilltë
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
истински, оригинален, истинска, истинско, реална
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
сапраўдны, сапраўдная, сапраўднае
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ehtne, tõeline, tõelise, tõelist, ehtsad
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
pravim, pravi, originalan, originalnog, istinska, istinsko
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ósvikinn, ekta, raunverulegt, raunveruleg, raunverulegu
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
tikras, tikra, tikrą, autentiška, iš tikrųjų
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
patiess, īsts, patiesu, patiesa, īsta
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
вистински, Оригинални, вистинска, вистинско, оригинална
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
autentic, autentice, autentică, veritabil, original
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
pristni, pristna, pristen, pristno, resnična
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
originálny, originálne, pôvodný, originálna, originálnej

Στατιστικά δημοτικότητας: γνήσια

Τυχαίες λέξεις