Равномерный στα ελληνικά
Μετάφραση: равномерный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ίσος, ομοιόμορφος, ακόμα, σταθερός, επίπεδο, ενιαίος, στολή, ομοιόμορφη, ομοιόμορφο, ενιαίων, ομοιόμορφης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- город-государство στα ελληνικά - πόλη-κράτος, πόλη κράτος, πόλης κράτους
- депозитарий στα ελληνικά - αποθήκη, θεματοφυλάκιο, Αποθετήριο, θεματοφύλακα, Αποθετηρίου
- джут στα ελληνικά - γιούτα, γιούτας, από γιούτα, της γιούτας
- единорог στα ελληνικά - μονόκερος, μονόκερως, Unicorn, μονόκερο, μονόκερω
Τυχαίες λέξεις
Равномерный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ίσος, ομοιόμορφος, ακόμα, σταθερός, επίπεδο, ενιαίος, στολή, ομοιόμορφη, ομοιόμορφο, ενιαίων, ομοιόμορφης
Μεταφράσεις: ίσος, ομοιόμορφος, ακόμα, σταθερός, επίπεδο, ενιαίος, στολή, ομοιόμορφη, ομοιόμορφο, ενιαίων, ομοιόμορφης