Разбрызгать στα ελληνικά
Μετάφραση: разбрызгать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλατσουρίζω, πιτσιλίζω, πιτσιλάω, σπρέι, Spray, Ψεκάστε, ψεκασμός, Ψεκασμού
Μεταφράσεις
- блудливый στα ελληνικά - ασελγής, λάγνες, άσεμνης, της άσεμνης, λάγνα
- буфетная στα ελληνικά - λάντζα, βοηθη, δωμάτιο μαγειρικών σκεύων, δωμάτιο του καθαρισμού μαγειρικών σκεύων
- дискутировать στα ελληνικά - διαφωνία, διεκδικώ, συζητώ, συζήτηση, διένεξη, δημόσια συζήτηση, συζήτησης, ...
- ждать στα ελληνικά - εμμένω, προλαμβάνω, προκαταλαμβάνω, εμφάνιση, φαίνομαι, φρουρά, ρολόι, ...
Τυχαίες λέξεις
Разбрызгать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλατσουρίζω, πιτσιλίζω, πιτσιλάω, σπρέι, Spray, Ψεκάστε, ψεκασμός, Ψεκασμού
Μεταφράσεις: πλατσουρίζω, πιτσιλίζω, πιτσιλάω, σπρέι, Spray, Ψεκάστε, ψεκασμός, Ψεκασμού