Λέξη: πανοσιολογιότατος

Μεταφράσεις: πανοσιολογιότατος

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
reverend, panosiologiotatos
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
reverendo, clérigo, panosiologiotatos
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
hochwürden, geistliche, ehrwürdig, panosiologiotatos
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
révérend, vénérable, respectable, honorable, prêtre, panosiologiotatos
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
reverendo, panosiologiotatos
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
panosiologiotatos
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
panosiologiotatos
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
почтенный, преподобный, уважаемый, panosiologiotatos
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
ærverdig, panosiologiotatos
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
präst, panosiologiotatos
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
panosiologiotatos
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
panosiologiotatos
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
ctihodný, panosiologiotatos
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
przewielebny, ksiądz, wielebny, czcigodny, panosiologiotatos
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
panosiologiotatos
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
panosiologiotatos
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
повага, пошана, шаноба, panosiologiotatos
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
panosiologiotatos
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
panosiologiotatos
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
panosiologiotatos
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kiriklik, panosiologiotatos
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
uvaženi, velečasni, panosiologiotatos
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
panosiologiotatos
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
panosiologiotatos
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
garīdznieks, panosiologiotatos
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
panosiologiotatos
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
cleric, sublim, panosiologiotatos
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
panosiologiotatos
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
ctihodný, panosiologiotatos
Τυχαίες λέξεις