Разверзать στα ελληνικά
Μετάφραση: разверзать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χασμουριέμαι, χασμουρητό, ανοίξει διάπλατα, τελείως ανοιχτοί, ανοιχτοί, ανοίγουν εντελώς, πλατιά ανοιχτές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- акцептант στα ελληνικά - αποδέκτης, δέκτη, αποδέκτη, δέκτης, δέκτου
- анимализм στα ελληνικά - κτηνωδία, ζωικότητα, τη ζωικότητα
- грациозный στα ελληνικά - ευάερος, χαριτωμένος, χαριτωμένη, χαριτωμένο, χαριτωμένες, χαριτωμένα
- диастола στα ελληνικά - διαστολή, διαστολής, της διαστολής, τη διαστολή, την διαστολή
Τυχαίες λέξεις
Разверзать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χασμουριέμαι, χασμουρητό, ανοίξει διάπλατα, τελείως ανοιχτοί, ανοιχτοί, ανοίγουν εντελώς, πλατιά ανοιχτές
Μεταφράσεις: χασμουριέμαι, χασμουρητό, ανοίξει διάπλατα, τελείως ανοιχτοί, ανοιχτοί, ανοίγουν εντελώς, πλατιά ανοιχτές