Λέξη: αναρχία
Σχετικές λέξεις: αναρχία
αναρχία ορισμός, αναρχία στην αρχαία ελλάδα, αναρχία και χριστιανισμός, αναρχία βιβλία, αναρχία ετυμολογία, αναρχία κράτος και ουτοπία, αναρχία χάος σαπούνι, αναρχία στην ελλάδα, αναρχία η φιλοσοφία της και το ιδανικό της, αναρχία λεξικό
Συνώνυμα: αναρχία
ακυβερνησία, αναρχισμός
Μεταφράσεις: αναρχία
αναρχία στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
anarchy, anarchism
αναρχία στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
anarquía, la anarquía
αναρχία στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
anarchie, Anarchie, die Anarchie, der Anarchie, anarchy
αναρχία στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
anarchie, l'anarchie, d'anarchie
αναρχία στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
anarchia, l'anarchia, dell'anarchia, all'anarchia, anarchy
αναρχία στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
anarquia, a anarquia, da anarquia, anarchy
αναρχία στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
regeringloosheid, anarchie, anarchy, de anarchie, anarchisme
αναρχία στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
безвластие, безначалие, анархия, анархии, анархию, анархией
αναρχία στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
anarki, anarkiet, anarchy, i anarki, anarkiet som
αναρχία στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
anarki, anarkin, anarchy
αναρχία στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
anarkia, hajaannus, sekasotku, anarkiaa, anarkian, anarchy, anarkiaan
αναρχία στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
anarki, anarkiet, anarkiets, anarkistiske
αναρχία στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
bezvládí, anarchie, anarchii, anarchií, anarchy
αναρχία στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
nierząd, anarchia, anarchii, anarchy, anarchię, anarchią
αναρχία στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
anarchia, anarchiát, az anarchia, anarchiába, anarchiától
αναρχία στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
anarşi, anarşinin, anarchy, kargaşa
αναρχία στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
анархізм, анархія, анархия
αναρχία στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
anarki, anarkia, anarkisë, anarkinë, anarkia e
αναρχία στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
анархия, анархията, на анархията, хаос
αναρχία στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
анархія, дзя
αναρχία στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
anarhia, seadusetus, anarhiat, anarhiale, anarhiaks, anarhiasse
αναρχία στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
bezvlašće, bezvlađe, bezakonje, bespravlje, nered, anarhija, anarhije, anarhiju, anarhiji, vlada anarhija
αναρχία στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
stjórnleysi, Anarchy, Stjōrnleysi
αναρχία στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
anarchija, anarchijos, anarchy, aukštinama anarchija
αναρχία στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
anarhija, anarhiju, valda anarhija
αναρχία στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
анархија, анархијата
αναρχία στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
anarhie, anarhia, anarhiei, de anarhie, o anarhie
αναρχία στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
anarhija, anarhije, anarhijo, anarhiji
αναρχία στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
anarchie, anarchia