Разлучать στα ελληνικά
Μετάφραση: разлучать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξεχωριστός, χωρίζω, χωριστός, ιδιαίτερος, αποκόβω, κόβω, ξεχωριστό, ξεχωριστή, χωριστή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вокализация στα ελληνικά - εκφώνηση, φωνοποίηση, τραγούδημα, φώνηση, φώνησης
- выверенный στα ελληνικά - προσαρμοσμένο, προσαρμοσμένη, αναπροσαρμοσμένη, προσαρμοσμένης, προσαρμοσμένου
- глотать στα ελληνικά - γύρος, συνδετήρας, ψαλιδίζω, κουρεύω, γόνατα, παφλάζω, χελιδόνι, ...
- дезинфицирующий στα ελληνικά - απολυμαντικό, απολυμαντικού, απολυμαντική, απολύμανσης, απολυμαντικά
Τυχαίες λέξεις
Разлучать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξεχωριστός, χωρίζω, χωριστός, ιδιαίτερος, αποκόβω, κόβω, ξεχωριστό, ξεχωριστή, χωριστή
Μεταφράσεις: ξεχωριστός, χωρίζω, χωριστός, ιδιαίτερος, αποκόβω, κόβω, ξεχωριστό, ξεχωριστή, χωριστή