Λέξη: σπλήνα

Σχετικές λέξεις: σπλήνα

σπλήνα διογκωμένη, σπλήνα συνταγή, σπλήνα γεμιστή, σπλήνα μοσχαρίσια, σπλήνα ανατομία, σπλήνα πονος, σπλήνα μοσχαρίσια γεμιστή

Συνώνυμα: σπλήνα

σπλην, θυμός, χολή

Μεταφράσεις: σπλήνα

σπλήνα στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
spleen, the spleen, spleen of, splenic

σπλήνα στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
bazo, el bazo, del bazo, de bazo

σπλήνα στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
ärger, rage, spleen, milz, Milz, der Milz, Milzzellen, die Milz

σπλήνα στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
dépit, cafard, rate, hargne, la rate, de la rate, spleen, splénique

σπλήνα στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
milza, la milza, della milza, spleen, nella milza

σπλήνα στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
baço, do baço, ba�, spleen, o baço

σπλήνα στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
milt, de milt, milt-

σπλήνα στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
селезенка, селезёнка, хандра, злоба, меланхолия, спелеологический, сплин, раздражение, селезенки, селезенку, селезенке

σπλήνα στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
milt, milten, livstretthet

σπλήνα στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
mjälte, mjälten, spleen

σπλήνα στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
perna, pernan, pernassa, pernasta, pernaan

σπλήνα στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
milt, milten

σπλήνα στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
rozmrzelost, slezina, nevrlost, světobol, sleziny, slezinu, slezině, slezinných

σπλήνα στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
złość, zgryźliwość, hipochondria, śledziona, wściekłość, chandra, śledziony, śledzionę, śledzionie, spleen

σπλήνα στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
lép, lépben, a lép, lépet, a lépben

σπλήνα στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
dalak, dalağı, spleen

σπλήνα στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
селезінка, злість, нудьга, злоба, подразнення

σπλήνα στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
shpretkë, shpretka, mërzi, shpretkën, shpretka e

σπλήνα στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
свезка, далак, далака, слезката, слезка, на слезката

σπλήνα στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
селязёнка, каса

σπλήνα στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
põrn, põrna, põrnas, põrnast, sisaldavates põrna

σπλήνα στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
potišteno, sumornost, slezena, slezene, slezenu, slezeni, duševno

σπλήνα στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
milta, miltað, miltisfrumuræktun, miltisfrumuræktun í, Spleen

σπλήνα στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
blužnis, blužnies, blužnyje, blužnį, apmaudas

σπλήνα στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
liesa, liesas, liesu, liesā, splīns

σπλήνα στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
слезина, слезината, слезената, слезенката, на слезината

σπλήνα στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
splină, splin, splina, splinei, de splină, splină de

σπλήνα στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
vranica, spleen, vranice, vranico, vranici

σπλήνα στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
slezina, sleziny, slezinu

Στατιστικά δημοτικότητας: σπλήνα

Τυχαίες λέξεις