Рана στα ελληνικά
Μετάφραση: рана, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τραυματίζω, αλλοίωση, βλάβη, πονώ, τραύμα, πληγώνω, κάκωση, βλάπτω, ροζ, αλγεινός, κοπή, κόβω, λαβώνω, χτυπώ, κόψιμο, τραυματισμός, πληγή, τραύματος, πληγής, του τραύματος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- альпеншток στα ελληνικά - ράβδος αλπινίστου, alpenstock
- выключить στα ελληνικά - αποβάλλω, αποκλείω, εξαλείφω, απελαύνω, κλείσει, έκλεισε, κλείσουν, ...
- грузовик στα ελληνικά - φορτηγό, φορτηγών, όχημα, οχήματος, φορτηγού
- ехать στα ελληνικά - οδηγώ, πηγαίνω, βόλτα, ατραξιόν, εργαλείο, ιππεύω, πάω, ...
Τυχαίες λέξεις
Рана στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τραυματίζω, αλλοίωση, βλάβη, πονώ, τραύμα, πληγώνω, κάκωση, βλάπτω, ροζ, αλγεινός, κοπή, κόβω, λαβώνω, χτυπώ, κόψιμο, τραυματισμός, πληγή, τραύματος, πληγής, του τραύματος
Μεταφράσεις: τραυματίζω, αλλοίωση, βλάβη, πονώ, τραύμα, πληγώνω, κάκωση, βλάπτω, ροζ, αλγεινός, κοπή, κόβω, λαβώνω, χτυπώ, κόψιμο, τραυματισμός, πληγή, τραύματος, πληγής, του τραύματος