Распространение στα ελληνικά

Μετάφραση: распространение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έκλυση, διαστολή, διανομή, διαδίδω, γεγονός, απλώνω, έκταση, προέκταση, περιστατικό, επικράτηση, φουντώνω, εξάπλωση, εκπομπή, συμβάν, επέκταση, ενίσχυση, διάδοση, εξάπλωσης, διάδοσης, εξάπλωσής
Распространение στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • алжир στα ελληνικά - Αλγερία, algeria, Αλγερίας, την Αλγερία, της Αλγερίας
  • апсида στα ελληνικά - αψίδα, αψίδας, κόγχη, αψίδα του
  • астроном στα ελληνικά - αστρονόμος, αστρονόμο, αστρονόμου, ο αστρονόμος, τον αστρονόμο
  • вирусный στα ελληνικά - μολυσματικός, ιογενή, ιικό, ιογενείς, ιογενής, ιογενούς
Τυχαίες λέξεις
Распространение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έκλυση, διαστολή, διανομή, διαδίδω, γεγονός, απλώνω, έκταση, προέκταση, περιστατικό, επικράτηση, φουντώνω, εξάπλωση, εκπομπή, συμβάν, επέκταση, ενίσχυση, διάδοση, εξάπλωσης, διάδοσης, εξάπλωσής