Λέξη: αναμετρώ
Συνώνυμα: αναμετρώ
ζυγίζω, αίρω, βαρύνω, αναθεωρώ
Μεταφράσεις: αναμετρώ
αναμετρώ στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
ponder, weigh, reconsider
αναμετρώ στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
ponderar, contemplar, rumiar, meditar, cavilar, pesar, sopesar, peso, pesaje
αναμετρώ στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
nachdenken, überlegen, meditieren, wiegen, abwägen, wägen, wiegt, Wiege
αναμετρώ στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
raisonner, ruminer, méditer, contempler, penser, considérer, peser, étudier, spéculer, envisager, réfléchir, songer, pesée, évaluer, pèsent, pèse
αναμετρώ στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ponderare, pesare, peso, valutare, pesano, pesa
αναμετρώ στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
reflectir, lagoa, lago, ponderar, pesar, pesam, pesa, peso, pesagem
αναμετρώ στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
peinzen, wegen, afwegen, weegt, weeg, te wegen
αναμετρώ στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
обдумывать, раздумывать, размышлять, взвешивать, весить, весят, весите, взвесить
αναμετρώ στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
overveie, veie, veier, avveie
αναμετρώ στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
fundera, väga, väger, väg, avvägning, att väga
αναμετρώ στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
harkita, funtsia, pohtia, miettiä, hämmästellä, punnita, punnitaan, painavat, painaa, paino
αναμετρώ στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
veje, vejer, afveje, vejes, afvejes
αναμετρώ στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
přemýšlet, hloubat, uvažovat, přemítat, rozvažovat, vážit, váží, zvážit, zváží, hmotnost
αναμετρώ στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
rozważać, zastanawiać, przemyśliwać, rozpamiętywać, namyślać, rozmyślać, ważyć, zważyć, ważą, waży, ważenia
αναμετρώ στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
súlya, mérlegelnie, mérjünk, mérlegelni, mérjük
αναμετρώ στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
tartmak, ağırlık, ağırlığında, tartın, ağırlığı
αναμετρώ στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
басейн, став, водоймище, ставок, важити, важитиме, важитимуть
αναμετρώ στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
rëndoj, peshoj, peshojnë, të peshojnë, peshoni
αναμετρώ στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
пестим, тежа, претегля, претеглят, се претегля, тежи
αναμετρώ στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
важыць
αναμετρώ στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
juurdlema, kaaluma, mõtisklema, kaalutakse, kaaluda, kaaluvad, kaalub
αναμετρώ στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
proučiti, razmisliti, vagati, izvagati, težiti, izvažite, se vagati
αναμετρώ στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
vega, vegur, að vega, vegið, vegin
αναμετρώ στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
cogito, meditor
αναμετρώ στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
sverti, pasverti, sveria, svoris, pasveriama
αναμετρώ στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
nosvērt, nosver, sver, svars ir, svērt
αναμετρώ στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
тежат, тежи, да тежат, ги земат, земат
αναμετρώ στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
cântări, cântărește, se cântărește, cântăresc, cântărească
αναμετρώ στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
tehtanje, tehtajo, tehta, tehtate, tehtati
αναμετρώ στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
vážiť, zvážiť, mať hmotnosť, váži
Τυχαίες λέξεις