Расслаивать στα ελληνικά

Μετάφραση: расслаивать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χωρίζω, χωριστός, ιδιαίτερος, ξεχωριστός, laminate, φύλλο, έλασμα, ελάσματος, πολυστρωματικό
Расслаивать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • воронение στα ελληνικά - λουλάκι, λουλακιάσματος, μελανώσεις, ινδικό, κυανούν
  • вскрикивать στα ελληνικά - παραδίνω, δίνω, φωνάξουν, κραυγάζουν, φωνάζουν, φωνάξει, φωνάξω
  • грим στα ελληνικά - μακιγιάζ, makeup, το μακιγιάζ, καθρέφτη μακιγιάζ, μακιγιάζ των
  • гуманный στα ελληνικά - ανθρωπιστικός, επιεικής, ανθρώπινος, ανθρώπινη, μη βάναυσης, μη βάναυση, ανθρώπινες
Τυχαίες λέξεις
Расслаивать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χωρίζω, χωριστός, ιδιαίτερος, ξεχωριστός, laminate, φύλλο, έλασμα, ελάσματος, πολυστρωματικό