Резец στα ελληνικά
Μετάφραση: резец, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σμίλη, εργαλείο, πιτσιρίκος, καλέμι, λαξεύω, κόπτης, κοπής, κόφτη, κόπτη, κόφτης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- автономный στα ελληνικά - αυτόνομος, αυτόνομη, αυτόνομων, αυτόνομα, αυτόνομες, αυτόνομο
- демобилизоваться στα ελληνικά - αποκτώ, παίρνω, αποστρατεύω, αποστράτευση, την αποστράτευση, αποστρατεύσουν, αποστρατευθούν
- досчитать στα ελληνικά - τελειώνω, κόμης, περατώνω, τερματισμός, μετρώ, τέλος, να μετρήσει, ...
- ева στα ελληνικά - παραμονή, Εύα, παραμονή των, Eve, την Εύα
Τυχαίες λέξεις
Резец στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σμίλη, εργαλείο, πιτσιρίκος, καλέμι, λαξεύω, κόπτης, κοπής, κόφτη, κόπτη, κόφτης
Μεταφράσεις: σμίλη, εργαλείο, πιτσιρίκος, καλέμι, λαξεύω, κόπτης, κοπής, κόφτη, κόπτη, κόφτης