Реквизировать στα ελληνικά
Μετάφραση: реквизировать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εντυπωσιάζω, πιέζω, κατάσχω, επίταξη, πρεσάρω, δημεύω, επιτάξεως, επίταξης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- абсурдно στα ελληνικά - παράλογα, παράλογο, παράλογη, παράδοξο, παράδοξο τρόπο
- вабик στα ελληνικά - vabik
- впоследствии στα ελληνικά - έπειτα, μετά, μεταγενέστερα, κατόπιν, αργότερα, αργότερο, μεταγενέστερη, ...
- вспыхнуть στα ελληνικά - εξάπτω, ανάβω, φλας, κοκκινίζω, διεγείρω, εκρήγνυμαι, αναλαμπή, ...
Τυχαίες λέξεις
Реквизировать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εντυπωσιάζω, πιέζω, κατάσχω, επίταξη, πρεσάρω, δημεύω, επιτάξεως, επίταξης
Μεταφράσεις: εντυπωσιάζω, πιέζω, κατάσχω, επίταξη, πρεσάρω, δημεύω, επιτάξεως, επίταξης