Религиозность στα ελληνικά

Μετάφραση: религиозность, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευσέβεια, θρησκευτικότητα, θρησκευτικότητας, η θρησκευτικότητα, τη θρησκευτικότητα
Религиозность στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • барство στα ελληνικά - αλαζονεία, αγερωτό, haughtiness, υπεροψίας, υψηλοφροσύνη
  • воет στα ελληνικά - κραυγές, ουρλιάζει, ουρλιαχτά, howls, γρυλίσματα
  • выигрышный στα ελληνικά - επικερδής, πλεονεκτικός, νίκης, νίκη, κερδίζοντας, κερδίζει, τη νίκη
  • детеныш στα ελληνικά - μωρό, μοσχάρι, γάμπα, νεογνό ζώου, σκύμνος, CUB, λιονταράκι, ...
Τυχαίες λέξεις
Религиозность στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευσέβεια, θρησκευτικότητα, θρησκευτικότητας, η θρησκευτικότητα, τη θρησκευτικότητα