Росток στα ελληνικά

Μετάφραση: росток, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ηγέτης, πυροβολώ, ηγήτορας, ηγεμόνας, εκτινάσσω, αρχηγός, βλαστός, βλαστάρι, φυτρώνουν, βλαστού, βλαστό
Росток στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • браковать στα ελληνικά - αποφάγια, έλλειψη, υστέρημα, ρίξιμο, επιτελείο, καταδικάζω, βολή, ...
  • гальванопластика στα ελληνικά - galvanoplastics
  • гандикап στα ελληνικά - μειονέκτημα, χάντικαπ, μειονεκτήματος, αναπηρία, αναπηρίας
  • гасить στα ελληνικά - φυσώ, χτύπημα, σβήνω, κατάσβεση, σβήσει, σβήσουν, την κατάσβεση, ...
Τυχαίες λέξεις
Росток στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ηγέτης, πυροβολώ, ηγήτορας, ηγεμόνας, εκτινάσσω, αρχηγός, βλαστός, βλαστάρι, φυτρώνουν, βλαστού, βλαστό