Самочинный στα ελληνικά
Μετάφραση: самочинный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυθαίρετος, παράνομος, αυθαίρετα, αυθαιρέτως, αυθαίρετο, αυθαίρετη, τρόπο αυθαίρετο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- буфетчица στα ελληνικά - σερβιτόρα, ποτοπώλις, barmaid, μπαργούμαν, σερβιτόρα μπαρ
- вирулентный στα ελληνικά - φαρμακερός, δηλητηριώδης, μολυσματικό, λοιμογόνο, παθογόνο, λοιμογόνα
- вооружаться στα ελληνικά - χέρι, όπλο, μπράτσο, βραχίονα, βραχίονας, σκέλος
- дисбаланс στα ελληνικά - ανισορροπία, ανισορροπίας, έλλειψη ισορροπίας, ανισορροπίες, δυσαναλογία
Τυχαίες λέξεις
Самочинный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυθαίρετος, παράνομος, αυθαίρετα, αυθαιρέτως, αυθαίρετο, αυθαίρετη, τρόπο αυθαίρετο
Μεταφράσεις: αυθαίρετος, παράνομος, αυθαίρετα, αυθαιρέτως, αυθαίρετο, αυθαίρετη, τρόπο αυθαίρετο