Сверло στα ελληνικά

Μετάφραση: сверло, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τρυπάνι, τριβελίζω, άσκηση, τροχός, τρυπανιού, διάτρησης, δράπανο
Сверло στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • боеспособный στα ελληνικά - αποδοτικός, αποτελεσματικός, battleworthy
  • взнос στα ελληνικά - ίζημα, πυροβόλησα, σκάγια, επαναθέτω, αμοιβή, συνδρομή, προσχώνω, ...
  • гидра στα ελληνικά - Ύδρα, ύδρας, Η Ύδρα, hydra, της ύδρας
  • живой στα ελληνικά - δραστήριος, έντονος, ζωηρός, ακμαίος, αναιδής, σβέλτος, κεφάτος, ...
Τυχαίες λέξεις
Сверло στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τρυπάνι, τριβελίζω, άσκηση, τροχός, τρυπανιού, διάτρησης, δράπανο