Своеобразный στα ελληνικά

Μετάφραση: своеобразный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παράδοξος, μοναδικός, ξεχωριστός, γνήσιος, παράξενος, ιδιόμορφος, πρωτότυπος, ενικός, περίεργη, ιδιόμορφη, ιδιόμορφο, περίεργο
Своеобразный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • горбатый στα ελληνικά - κυρτός, καμπούρης, κυρτού
  • двоедушие στα ελληνικά - διπροσωπία, υποκρισία, δολιότητα, η διπροσωπία, διπλοπροσωπία
  • демократический στα ελληνικά - δημοκρατικός, δημοκρατική, δημοκρατικών, δημοκρατικό, δημοκρατικής
  • достоверно στα ελληνικά - αυθεντικά, αυθεντικό, αυθεντική, με αυθεντικό, αυθεντικό τρόπο
Τυχαίες λέξεις
Своеобразный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παράδοξος, μοναδικός, ξεχωριστός, γνήσιος, παράξενος, ιδιόμορφος, πρωτότυπος, ενικός, περίεργη, ιδιόμορφη, ιδιόμορφο, περίεργο