Сенешаль στα ελληνικά
Μετάφραση: сенешаль, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οικονόμος, θαλαμηπόλος, τελετάρχης, επιστάτης, αρχιοικονόμος φεουδάρχου, φροντιστής, φροντιστή
Μεταφράσεις
- амальгама στα ελληνικά - αμάλγαμα, ένωση, μίγμα, συγχώνευση, αμαλγάματος, αμαλγάματα, αμαλγαμάτων, ...
- анилин στα ελληνικά - ανιλίνη, ανιλίνης
- горловой στα ελληνικά - λαρυγγικός, τραχύς, βραχνός, λαρύγγι, βραχνή
- длиннота στα ελληνικά - longueurs
Τυχαίες λέξεις
Сенешаль στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οικονόμος, θαλαμηπόλος, τελετάρχης, επιστάτης, αρχιοικονόμος φεουδάρχου, φροντιστής, φροντιστή
Μεταφράσεις: οικονόμος, θαλαμηπόλος, τελετάρχης, επιστάτης, αρχιοικονόμος φεουδάρχου, φροντιστής, φροντιστή