Сквозить στα ελληνικά
Μετάφραση: сквозить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκτείνομαι, παράσταση, επεκτείνω, τεζάρω, εμφανίζομαι, εκτείνω, διαφαίνομαι, φαίνομαι, τεντώνομαι, εμφαίνω, δείχνω, τεντώνω, δείξει μέσα, δείξει μέσα από, φαίνονται και, δείτε μέσα, φαίνεται μέσα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- беспомощно στα ελληνικά - αβοήθητος, αδύναμα, ανήμπορος, ανήμποροι, αβοήθητοι
- воспитывающий στα ελληνικά - πειθαρχικός, εκπαιδευτικός, εκπαιδευτικό, εκπαιδευτική, μορφωτικό, εκπαιδευτικά
- вскрыть στα ελληνικά - αποκαλύπτω, αποκαλύψει, αποκαλύπτουν, αποκαλύψουν, αποκαλύψετε, αποκαλύπτει
- денатурировать στα ελληνικά - μετουσίωση, μετουσιώσει, μετουσιώνει, μετουσιώνουν, να μετουσιώσει
Τυχαίες λέξεις
Сквозить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκτείνομαι, παράσταση, επεκτείνω, τεζάρω, εμφανίζομαι, εκτείνω, διαφαίνομαι, φαίνομαι, τεντώνομαι, εμφαίνω, δείχνω, τεντώνω, δείξει μέσα, δείξει μέσα από, φαίνονται και, δείτε μέσα, φαίνεται μέσα
Μεταφράσεις: εκτείνομαι, παράσταση, επεκτείνω, τεζάρω, εμφανίζομαι, εκτείνω, διαφαίνομαι, φαίνομαι, τεντώνομαι, εμφαίνω, δείχνω, τεντώνω, δείξει μέσα, δείξει μέσα από, φαίνονται και, δείτε μέσα, φαίνεται μέσα