Скоросшиватель στα ελληνικά
Μετάφραση: скоросшиватель, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λιμάρω, πίφερο, υποβάλλω, ντοσιέ, φάκελο, φακέλου, φάκελος, το φάκελο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- альтиметр στα ελληνικά - υψόμετρο, altimeter, υψομετρητή, τον υψομετρητή, υψομέτρου
- болгарский στα ελληνικά - Βούλγαρος, βουλγαρική, Βουλγαρικά, βουλγαρικής, βουλγαρικές
- бункер στα ελληνικά - κάδος, ανθρακαποθήκη, καυσίμων, αποθήκη, καταφύγιο, στη δεξαμενή
- жюри στα ελληνικά - ένορκοι, κριτική επιτροπή, κριτικής επιτροπής, επιτροπή, κριτική
Τυχαίες λέξεις
Скоросшиватель στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λιμάρω, πίφερο, υποβάλλω, ντοσιέ, φάκελο, φακέλου, φάκελος, το φάκελο
Μεταφράσεις: λιμάρω, πίφερο, υποβάλλω, ντοσιέ, φάκελο, φακέλου, φάκελος, το φάκελο