Случайность στα ελληνικά

Μετάφραση: случайность, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τύχη, συγκυρία, θύμα, περιστατικό, επεισόδιο, ατύχημα, τυχαίος, πρόχειρος, πιθανότητα, ενδεχόμενο, ευκαιρία, ατυχήματος, ατυχημάτων, ατυχήματα, των ατυχημάτων
Случайность στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • вручить στα ελληνικά - δείκτης, παραδίνω, παραδίδω, δίνω, εκφωνώ, χέρι, πλευρά, ...
  • господствовать στα ελληνικά - κανόνας, βασιλεία, υπερισχύω, κυριαρχώ, επικρατώ, αποφασίζω, βασιλεύω, ...
  • дрессировать στα ελληνικά - αμαξοστοιχία, σπάζω, τρένο, εκπαιδεύω, διάλειμμα, αντεπίθεση, διάλλειμα, ...
  • душка στα ελληνικά - αγαπητός, αυτή, σκύβω, ακριβός, πάπια, ducky
Τυχαίες λέξεις
Случайность στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τύχη, συγκυρία, θύμα, περιστατικό, επεισόδιο, ατύχημα, τυχαίος, πρόχειρος, πιθανότητα, ενδεχόμενο, ευκαιρία, ατυχήματος, ατυχημάτων, ατυχήματα, των ατυχημάτων