Смазать στα ελληνικά
Μετάφραση: смазать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λιπαντικό, γράσο, λίπος, γράσου, λίπη, λιπών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- барка στα ελληνικά - μαούνα, φορτηγίδα, φορτηγίδας, φορτηγίδες, φορτηγίδος, φορτηγίδων
- валяние στα ελληνικά - κυλιέμαι στη λάσπη, βυθιζόμαστε, wallow, βυθίζεται, κυλιούνται
- взъерошивать στα ελληνικά - βολάν, κυματισμών, πτυχώσεις, ruffles, πτυχώσεων
- доброхот στα ελληνικά - Dobrokhotov
Τυχαίες λέξεις
Смазать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λιπαντικό, γράσο, λίπος, γράσου, λίπη, λιπών
Μεταφράσεις: λιπαντικό, γράσο, λίπος, γράσου, λίπη, λιπών