Смешиваться στα ελληνικά
Μετάφραση: смешиваться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανακατώνω, αναμιγνύω, μίγμα, ενσωματώνω, ανακατεύω, μείγμα, αναμειγνύεται, ανακατεύουμε, αναμίξτε, ανακατέψτε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- возражающий στα ελληνικά - αντιρρησίας, αντιρρησία, του αντιρρησία, ενισταμένου, ενιστάμενος
- делаться στα ελληνικά - παίρνω, αυξάνομαι, μεγαλώνω, διαδραματίζω, έρχομαι, συμβαίνω, αποκτώ, ...
- директор στα ελληνικά - πρόεδρος, ράμφος, ηγετικός, μετρ, κύριος, αφέντης, δεξιοτέχνης, ...
- жимолость στα ελληνικά - αιγόκλημα, αγιόκλημα, το αγιόκλημα, αγιοκλήματος
Τυχαίες λέξεις
Смешиваться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανακατώνω, αναμιγνύω, μίγμα, ενσωματώνω, ανακατεύω, μείγμα, αναμειγνύεται, ανακατεύουμε, αναμίξτε, ανακατέψτε
Μεταφράσεις: ανακατώνω, αναμιγνύω, μίγμα, ενσωματώνω, ανακατεύω, μείγμα, αναμειγνύεται, ανακατεύουμε, αναμίξτε, ανακατέψτε