Сносить στα ελληνικά
Μετάφραση: сносить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πάσχω, σκίζω, δάκρυ, πετώ, σχίζω, υποφέρω, πέταγμα, ρίχνω, παθαίνω, κατεδαφίσει, κατεδάφιση, κατεδαφίσουν, γκρεμίσει, την κατεδάφιση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- абстракционизм στα ελληνικά - αφαιρετισμού
- аперитив στα ελληνικά - απεριτίφ, ένα απεριτίφ, aperitif, για απεριτίφ, το απεριτίφ
- взбодрить στα ελληνικά - ενθαρρύνω, ζητωκραυγάζω, αποθράσυνση
- вымокать στα ελληνικά - βρίσκομαι, είμαι, μουσκεύω, διανύω, εμποτίζω, vymokat
Τυχαίες λέξεις
Сносить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πάσχω, σκίζω, δάκρυ, πετώ, σχίζω, υποφέρω, πέταγμα, ρίχνω, παθαίνω, κατεδαφίσει, κατεδάφιση, κατεδαφίσουν, γκρεμίσει, την κατεδάφιση
Μεταφράσεις: πάσχω, σκίζω, δάκρυ, πετώ, σχίζω, υποφέρω, πέταγμα, ρίχνω, παθαίνω, κατεδαφίσει, κατεδάφιση, κατεδαφίσουν, γκρεμίσει, την κατεδάφιση