Создавать στα ελληνικά

Μετάφραση: создавать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προέρχομαι, εφευρίσκω, καθιερώνω, κάνω, εξαπολύω, αποτελώ, καθελκύω, ιδρύω, κατασκευάζω, οικοδομώ, συνθέτω, εκτινάσσομαι, νομισματοκοπείο, διαπιστώνω, μέντα, άνοιξη, δημιουργήσετε, δημιουργήσουν, δημιουργούν, δημιουργήσει, να δημιουργήσει
Создавать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • библейский στα ελληνικά - βιβλικός, βιβλική, την βιβλική, βιβλικό, βιβλικές
  • бисер στα ελληνικά - κάστορας, χάντρες, σφαιρίδια, σφαιριδίων, σφαιρία, χάνδρες
  • брайан στα ελληνικά - Brian, Ο Brian, Μπράιαν, τον Brian
  • вибрация στα ελληνικά - τρεμουλιάζω, τρέμω, παλμός, δόνηση, κραδασμούς, κραδασμών, δόνησης, ...
Τυχαίες λέξεις
Создавать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προέρχομαι, εφευρίσκω, καθιερώνω, κάνω, εξαπολύω, αποτελώ, καθελκύω, ιδρύω, κατασκευάζω, οικοδομώ, συνθέτω, εκτινάσσομαι, νομισματοκοπείο, διαπιστώνω, μέντα, άνοιξη, δημιουργήσετε, δημιουργήσουν, δημιουργούν, δημιουργήσει, να δημιουργήσει